- αἰσίων
- αἴσιοςauspiciousfem gen plαἴσιοςauspiciousmasc/neut gen plαἴσιοςauspiciousmasc/fem/neut gen plαἶσιςfem gen pl (epic doric ionic aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αἰσίων — masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αισίων — (4ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός, συμμαθητής του Δημοσθένη. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Α. θεωρούσε τους λόγους του Δημοσθένη ανώτερους από όλων των άλλων ρητόρων γιατί, και όταν ακόμα διαβάζονταν, ασκούσαν μεγάλη επίδραση στους… … Dictionary of Greek
Αἰσίους — Αἰσίων masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αἴσιον — Αἰσίων masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Aesion — Aeson (Gr. polytonic|Αισίων) was an Athenian orator, and a contemporary of Demosthenes, with whom he was educated. [Suda, s.v. polytonic|Δεμοσθένης] To what party he belonged during the Macedonian time is uncertain. When he was asked what he… … Wikipedia
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
καλλιερία — και δωρ. τ. καλλιαρία, ἡ (Α) [καλλιερώ] ευνοϊκή θυσία, η εύρεση αίσιων σημείων στο ήπαρ τού σφαγίου … Dictionary of Greek